- υποτανύω
- Ααπλώνω αποκάτω («ὑπὸ δ' ἕρματα μακρὰ τάνυσσαν», Ομ. Ιλ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)-* + τανύω «τεντώνω, εκτείνω»].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ὑποτανύειν — ὑποτανύω fut inf act (attic epic) ὑποτανύω pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποτετάνυσται — ὑποτανύω perf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)